λεγεωνάριος

λεγεωνάριος
ο
στρατιώτης της λεγεώνας.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • λεγεωνάριος — ο (Α επιγρ. λεγιονάριος και ληγιωνάριος) ο μάχιμος οπλίτης τής λεγεώνας νεοελλ. στον πληθ. οι λεγεωνάριοι α) Αμερικανοί απόμαχοι τού Α Παγκόσμιου πολέμου που οργανώθηκαν σε τοπικούς συλλόγους για να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους β) τα μέλη τής… …   Dictionary of Greek

  • Asterix the Legionary — Infobox Asterix Title=Asterix the Legionary Frenchtitle=Asterix Legionnaire Story=Rene Goscinny Illustrations=Albert Uderzo FrenchDate=1967 EnglishDate=1970 Preceded= Asterix and the Normans Followed= Asterix and the Chieftain s Shield | Asterix… …   Wikipedia

  • λεγιονάριος — λεγιονάριος, ὁ (Α) επιγρ. βλ. λεγεωνάριος …   Dictionary of Greek

  • ληγιωνάριος — ληγιωνάριος, ὁ (Α) βλ. λεγεωνάριος …   Dictionary of Greek

  • ταγματικός — ή, όν, Α [τάγμα, ατος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο τάγμα 2. το αρσ. ως ουσ. ὁ ταγματικός λεγεωνάριος 3. το ουδ. ως ουσ. τὸ ταγματικόν τάγμα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”